ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ
1 Ωκεανός και Τηθύς
Η μυθολογία μας περιλαμβάνει πολλές διηγήσεις για την αρχή των όντων. Η παλαιότερη ήταν ίσως εκείνη πού υποδηλώνει ο αρχαιότερος ποιητής μας, ο Όμηρος, ονομάζοντας τον Ωκεανό «αρχή των εών» και «αρχή θτών πάντων». Ο Ωκεανός ήταν ένας ποτάμιος θεός. Ποτάμι ή ρεύμα και θεός ήταν ένα πρόσωπο, όπως ήσαν επίσης και οι άλλοι ποτάμιοι θεοί. Ο Ωκεανός κάτεχε μιαν ακατάσχετη γενετική ορμή παρόμοια μ’ εκείνη των ποταμών, που στα νερά τους λούζονταν οι Ελληνίδες πριν από το γάμο τους, και οι οποίοι γι’ αυτό ακριβώς θεωρήθηκαν γενάρχες αρχαίων φυλών. Ο Ωκεανός δεν ήταν βέβαια ένας συνηθισμένος ποτάμιος θεός, γιατί το ρεύμα του δεν ήταν ένα συνηθισμένο ρεύμα. Αφού όλα προήλθαν από αυτόν, εξακολουθεί να κυλά ακόμα γύρω στο φλοιό της γης και να επιστρέφει στον εαυτό του. Τα ποτάμια, οι πηγές, τα πηγάδια κι ολόκληρη η θάλασσα, πηγάζουν αδιάκοπα από το πλατύ και δυνατό ρεύμα του. Μόνο σ’ αυτόν επιτρεπόταν, όταν ο κόσμος βρισκόταν υπό την κυριαρχία του Διός, να στέκει στον τόπο του, πού στην πραγματικότητα δεν ήταν κάποιος τόπος, αλλά ροή, σύνορο και διαχωρισμός ανάμεσα στον κόσμο και το επέκεινα.
Δεν είναι όμως σωστό να ειπούμε: «μόνο αυτός». Με τον Ωκεανό ήταν ενωμένη η θεά Τηθύς, πού δίκαια χαρακτηρίζεται ως «Μητέρα». Με ποιόν θα μπορούσε ο Ωκεανός να είναι η «αρχή των πάντων», αν στο πρόσωπό του βλέπαμε μόνο ένα αντρικό ρεύμα και μαζί του καμιά υδάτινη θεά να το υποδέχεται; Καταλαβαίνουμε επίσης, γιατί στον Όμηρο λέγεται πώς το πρώτο ζευγάρι απόφευγε για πολύ καιρό να γεννά. Κι αυτό, γιατί μισούσε ο ένας τον άλλο: μια εξήγηση, που είναι βέβαια φυσική σε παρόμοιες παμπάλαιες διηγήσεις. Αν όμως δεν σταματούσε η πρωταρχική δημιουργία, δεν θα ‘χε ο κόσμος μορφή, σφαιρικά όρια, και καμιά κυκλική κίνηση δεν θα γινόταν κανονικά. Στον Ωκεανό, λοιπόν, έμεινε μόνο η κυκλική ροή, η τροφοδοσία των πηγών, των ποταμιών και της θάλασσας - κι ακόμα το να υποτάσσεται στη δύναμη του Διός.
Για την Τηθύν μας μιλάει λιγότερο η μυθολογία. Μόνο πώς ήταν μητέρα των θυγατέρων και των γιών του Ωκεανού. Οι γιοί του είναι τα ποτάμια, τρείς χιλιάδες τον αριθμό. Ο αριθμός των θυγατέρων, των Ωκεανίδων, ήταν επίσης τόσο μεγάλος. Αναφέρονται μονάχα οι μεγαλύτερες. Στις εγγονές ανήκε μία, που τα όνομά της, Θέτις, αντηχεί ως Τηθύς. Η γλώσσα μας διακρίνει αυστηρά αυτά τα δυο ονόματα. Είναι όμως πιθανό, πως για τους ανθρώπους που ζήσανε πριν από μας στην Ελλάδα συγγένευαν φθογγικά και σημασιολογικά και ήταν μιά και η αυτή μεγάλη κυρά της θάλασσας. Για την Θέτιν θα γίνει πάλι σε λίγο λόγος. Η πιο πάνω διήγηση και η κυριαρχία αυτών των θεοτήτων απλώθηκε στη θάλασσα, προτού ακόμα τα ελληνικά φύλα κατοικήσουν στις γύρω περιοχές.
2 Η Νυξ, το Αυγό και ο Έρως
Μια άλλη διήγηση για την αρχή των όντων παραδόθηκε από παλιά ιερά κείμενα, που φύλαγαν οι οπαδοί και θαυμαστές του τραγουδιστή Ορφέως. Τελικά όμως μας διασώθηκαν χάρη σ’ έναν κωμωδιογράφο και περιέχονται σε υπαινιγμούς των φιλόσοφων. Αρχικά την διηγούνταν περισσότερο οι κυνηγοί και οι κάτοικοι των βουνών, παρά οι άνθρωποι που ζούσαν κοντά στη θάλασσα.
Στην αρχή υπήρχε η Νυξ - έτσι άρχιζε αυτή η ιστορία. Νυξ ονομαζόταν μια από τις θεές, και στον Όμηρο ακόμα, μπρος στην οποία ο ίδιος ο Ζευς στέκει με κάποιο θειο δέος. Σύμφωνα μ’ αυτή τη διήγηση, η Νυξ ήταν να πουλί με μαύρα φτερά. Γονιμοποιημένη από τον άνεμο, η Νυξ γέννησε το ασημένιο Αυγό στον απέραντο κόλπο της σκοτεινιάς. Από το Αυγό βγήκε ο γιος του ανέμου που φυσά, θεός με χρυσά φτερά. Ονομάζεται Έρως, θεός της αγάπης. Αυτό είναι ένα από τα ονόματα που είχε αυτός ο θεός, το πιο αγαπητό απ’ όλα.
Τα άλλα ονόματα που ξέρουμε ηχούν πολύ φιλολογικά και εκφράζουν μονό ορισμένες πλευρές αυτής της αρχαίας διήγησης. Σε περίπτωση που ο θεός ονομάζεται Πρωτόγονος, σημαίνει πως αυτός ο θεός ήταν ο «πρωτότοκος» όλων των άλλων θεών. Το όνομα Φάνης εκφράζει εκείνο που έκαμε αμέσως μόλις βγήκε από το Αυγό: οδήγησε όλα τα πράγματα στο φως και φανέρωσε ό,τι μέχρι η στιγμή εκείνη ήταν κρυμμένο μέσα στο Αυγό - δηλαδή όλο τον κόσμο. Πάνω, ήταν το κενό: Ουρανός. Κάτω: το Υπόλοιπο. Στην αρχαία μας γλώσσα υπάρχει μια λέξη που σημαίνει πως αυτός ο κενός χώρος «χαίνει» είναι η λέξη Χάος. Η λέξη τούτη δεν σήμαινε αρχικά ούτε μια φορά τη σύγχυση ή το ανακάτωμα. Αργότερα - μετά την εισαγωγή της διδασκαλίας για τα τέσσερα στοιχεία - πήρε τη σημερινή γνωστή σημασία της. Αλλά το «Υπόλοιπο» επίσης δεν ήταν ένα αφύσικο μείγμα. Η ιστορία αυτή μας παραδίνεται κι έτσι: κάτω και μέσα στο Αυγό ήταν η Γη· ο Ουρανός και Γη παντρεύτηκαν. Αυτή ήταν ενέργεια του θεού, που τους οδήγησε στο φως και έφερε κατόπιν την ανάμειξη του Έρωτος. Έτσι γέννησαν το αδελφό ζευγάρι, τον Ωκεανό και την Τηθύ.
Η παλιά διήγηση στη θαλασσόβρεχτη γη μας πήγαινε ίσως τόσο μακριά, ώστε τοποθετούσε τον Ωκεανό κάτω και μέσα στο Αυγό, όχι βέβαια μόνο του, άλλα με την Τηθύν, όπου νιώσανε πρώτα - πρώτα την ενέργεια του Έρωτος. Σ’ ένα ποίημα του Ορφέως διαβάζουμε σχετικά: «ο Ωκεανός που κυλούσε όμορφα ήταν ο πρώτος που άρχισε με το γάμο: πήρε γυναίκα του την Τηθύν, αδελφή του από την ίδια μητέρα». Η κοινή Μητέρα ήταν εκείνη που γέννησε το ασημένιο Αυγό: η Νυξ.
3 Το Χάος, η Γαία και ο Έρως
Η τρίτη διήγηση για την αρχή των όντων προέρχεται από τον Ησίοδο, ένα γεωργό και ποιητή, που στα νιάτα του έβοσκε πρόβατα στο ιερό βουνό, τον Ελικώνα. Εδώ βρίσκονται τα ιερά εκείνων των θεοτήτων, που τιμούσαν ιδιαιτέρα οι οπαδοί του τραγουδιστή Ορφέως. Τη λατρεία αυτών των θεοτήτων, του Έρωτος δηλαδή κα των Μουσών, φαίνεται πιθανό πώς αυτοί την φέρανε εκεί στη Βοιωτία από βόρειες περιοχές. Η διήγηση του Ησιόδου αντηχεί σαν να παρέλειψε από την ιστορία της Νυκτός, του Αυγού και του Έρωτος μόνο το τσόφλι και, σαν γεωργός που ήταν, θέλησε να δώσει στο χώμα, στη γη, στη θεά Γαία, το προβάδισμα της αρχαιότερης θεάς. Γιατί το χάος - που αυτός αναφέρει πρώτο - γι’ αυτόν δεν ήταν μια θεότητα, αλλά ένα κενό «χάσμα»: ακριβώς αυτό που απομένει από να άδειο αυγό, όταν βγάλουμε το τσόφλι του.
Διηγείται λοιπόν ο Ησίοδος: πρώτα προήλθε το Χάος. Μετά η Γαία με τα πλατιά στήθη, η στερεή κι αιώνια κατοικία όλων των θεοτήτων που κατοικούν ψηλά στον Όλυμπο ή σ' αυτή την γη, και ο Έρως, ο ωραιότερος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, πού συγκλονίζει το σώμα και κυριαρχεί στο πνεύμα όλων των θεών και των ανθρώπων. Από το χάος προέρχεται το Έρεβος, η άφωνη σκοτεινιά των βυθών, και η Νυξ. Η Νυξ γέννησε τον Αιθέρα, το ουράνιο φώς, και την Ημέρα, πού ενώθηκε ερωτικά με το Έρεβος. Αλλά η Γαία γέννησε προπάντων τον όμοιό της, τον αστερόεντα ουρανό, για να την αγκαλιάζει ολοκληρωτικά και να είναι η κατοικία των μακάριων θεών. Γέννησε επίσης τα μεγάλα βουνά, που στις κοιλάδες τους ζουν ευχαρίστα οι θεές: οι Νύμφες. Ακόμα γέννησε την ερημική κι αφρισμένη θάλασσα, τον Πόντο. Αυτόν τον γέννησε χωρίς τον Έρωτα, χωρίς γάμο.
Η Γαία γέννησε με τον Ουρανό εκτός από τους Τιτάνες και τις Τιτάνισσες (στον Ησίοδο διαβάζουμε ανάμεσα σ’ αυτούς και τον Ωκεανό και την Θέτιν) και τρεις κύκλωπες: τον Στερόπην, τον Βρόντην και τον Άργην - μορφές πού είχαν ένα στρογγυλό μάτι στο μέτωπο και ονόματα πού δήλωναν βροντές και αστραπές.
Κατόπιν η Γαία, με τον Ουρανό, γέννησε τρεις Εκατόγχειρες : γίγαντες μ’ εκατό μάτια και πενήντα κεφάλια: τον Κόττο, τον "κτυπώντα", τον Βριάρεω, τον "δυνατό", και τον Γύην, τον προσαρμοζόμενο». Ολόκληρη βέβαια η σχετική ιστορία της ένωσης του ουρανού και της γης — αν και αρχικά ασφαλώς άνηκε στις διηγήσεις για την αρχή των όντων - μας μεταφέρει κιόλας στις ιστορίες των Τιτάνων και είναι η παλαιότερη από το ιδιαίτερο αυτό είδος ιστορία στη μυθολογία μας. Θα πάρουν τώρα η σειρά τους.
4 Πηγή
Κ.Κερενύϊ - Η μυθολογία των Ελλήνων