Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του «ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ»

Από The Stelios Files
μ
μ
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Το Μεσαιωνικό Κάστρο της Λάρνακας, που αναφέρεται επίσης και ως Φρούριο της Λάρνακας, βρίσκεται στο τέλος του παραλιακού δρόμου των Φοινικούδων και δεσπόζει στο νότιο άκρο του παραλιακού μετώπου του ιστορικού πυρήνα της πόλης της Λάρνακας.
Το Μεσαιωνικό Κάστρο της Λάρνακας, που αναφέρεται επίσης και ως Φρούριο της Λάρνακας, βρίσκεται στο τέλος του παραλιακού δρόμου των Φοινικούδων και δεσπόζει στο νότιο άκρο του παραλιακού μετώπου του ιστορικού πυρήνα της πόλης της Λάρνακας.
 
[[File:20180820 003.jpg |thumb|left|400px|<b>Το Κάστρο της Λάρνακας</b>]]
Κατά τα γραφόμενα του χρονογράφου Florius Βουστρώνιου, το κάστρο κτίστηκε αρχικά στα τέλη του 14ου αιώνα μ.Χ. από το Λουζινιανό βασιλιά της Κύπρου [https://el.wikipedia.org/wiki/Ιάκωβος_Α΄_της_Κύπρου Ιάκωβο Α΄(1382-1398)]. Αποτελούσε μέρος της αλυσίδας των αμυντικών έργων που έγιναν τότε για να επιτηρούν και να προστατεύουν τη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού που απλώνεται από τον κόλπο της Πύλας και φτάνει μέχρι τον κόλπο του Ακρωτηρίου στη Λεμεσό. Την ίδια περίοδο οι Γενουάτες κατέλαβαν την Αμμόχωστο και οι Λουζινιανοί έπρεπε να αναπτύξουν ένα άλλο σημαντικό λιμάνι για τις ανάγκες του βασιλείου τους, οπότε το κάστρο είχε σαν σκοπό να προστατεύει το λιμάνι.
Κατά τα γραφόμενα του χρονογράφου Florius Βουστρώνιου, το κάστρο κτίστηκε αρχικά στα τέλη του 14ου αιώνα μ.Χ. από το Λουζινιανό βασιλιά της Κύπρου [https://el.wikipedia.org/wiki/Ιάκωβος_Α΄_της_Κύπρου Ιάκωβο Α΄(1382-1398)]. Αποτελούσε μέρος της αλυσίδας των αμυντικών έργων που έγιναν τότε για να επιτηρούν και να προστατεύουν τη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού που απλώνεται από τον κόλπο της Πύλας και φτάνει μέχρι τον κόλπο του Ακρωτηρίου στη Λεμεσό. Την ίδια περίοδο οι Γενουάτες κατέλαβαν την Αμμόχωστο και οι Λουζινιανοί έπρεπε να αναπτύξουν ένα άλλο σημαντικό λιμάνι για τις ανάγκες του βασιλείου τους, οπότε το κάστρο είχε σαν σκοπό να προστατεύει το λιμάνι.



Τελευταία αναθεώρηση της 03:41, 2 Σεπτεμβρίου 2018

Το Μεσαιωνικό Κάστρο της Λάρνακας, που αναφέρεται επίσης και ως Φρούριο της Λάρνακας, βρίσκεται στο τέλος του παραλιακού δρόμου των Φοινικούδων και δεσπόζει στο νότιο άκρο του παραλιακού μετώπου του ιστορικού πυρήνα της πόλης της Λάρνακας.

Το Κάστρο της Λάρνακας

Κατά τα γραφόμενα του χρονογράφου Florius Βουστρώνιου, το κάστρο κτίστηκε αρχικά στα τέλη του 14ου αιώνα μ.Χ. από το Λουζινιανό βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Α΄(1382-1398). Αποτελούσε μέρος της αλυσίδας των αμυντικών έργων που έγιναν τότε για να επιτηρούν και να προστατεύουν τη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού που απλώνεται από τον κόλπο της Πύλας και φτάνει μέχρι τον κόλπο του Ακρωτηρίου στη Λεμεσό. Την ίδια περίοδο οι Γενουάτες κατέλαβαν την Αμμόχωστο και οι Λουζινιανοί έπρεπε να αναπτύξουν ένα άλλο σημαντικό λιμάνι για τις ανάγκες του βασιλείου τους, οπότε το κάστρο είχε σαν σκοπό να προστατεύει το λιμάνι.

Κατά την ενετοκρατία και μέσα στα πλαίσια της αναβάθμισης του ρόλου του λιμανιού της Λάρνακας, το κάστρο ενισχύθηκε, όχι μόνο σε σχέση με το εμπόριο άλατος, αλλά και με το εμπόριο άλλων προϊόντων από και προς τη γειτονική συροπαλαιστινιακή ακτή και φυσικά με τη Δύση.

Προς το τέλος της ενετοκρατίας και εν όψει της οθωμανικής επίθεσης (1570), οι Βενετοί επέλεξαν να αμυνθούν στον άξονα Αμμοχώστου-Λευκωσίας-Κερύνειας, εγκαταλείποντας μάλλον το κάστρο της Λάρνακας. Αναφέρεται μάλιστα ότι οι Οθωμανοί αποβιβάστηκαν κοντά στο κάστρο και επέλεξαν το λιμάνι της Λάρνακας ως βάση του στόλου τους. Το κάστρο ανοικοδομήθηκε στα 1625 από τους Οθωμανούς, αφού είχε στο μεταξύ ερειπωθεί, εξοπλίστηκε με τηλεβόλα, ενώ σε αυτό έδρευε μια μικρή φρουρά από γενίτσαρους. Από τα μέσα τουλάχιστον του 18ου αιώνα όμως, το κάστρο παρήκμασε και ο κύριος του ρόλος ήταν η ρίψη χαιρετιστήριων βολών προς τα διερχόμενα πλοία.

Μετά το τέλος της Οθωμανικής Περιόδου στην Κύπρο, οι Βρετανοί το μετέτρεψαν σε αστυνομικό σταθμό και φυλακή και χρησιμοποιήθηκε μέχρι τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα. Το δυτικό τμήμα του ισογείου στα ανατολικά χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση καταδίκων δι’ απαγχονισμού. Η αγχόνη, που είχε κατασκευαστεί σε ειδικό δωμάτιο, χρησιμοποιείτο μέχρι και το 1948.

Από το 1948 λειτούργησε ως Επαρχιακό Μουσείο Λάρνακας και μέχρι το 1969, οπότε εγκαινιάστηκε το σημερινό Επαρχιακό Μουσείο.

Πηγές